Τα στάδια της Εξωσωματικής Γονιμοποίησης, από την πρώτη επίσκεψη στον ειδικό έως τη σύλληψη.
Συμβουλευτική επίσκεψη στον ειδικό
Για να γίνει λόγος για υπογονιμότητα, ένα ζευγάρι θα πρέπει να μην έχει φτάσει στη σύλληψη ύστερα από ένα έτος ελεύθερων σεξουαλικών επαφών. Το διάστημα αυτό περιορίζεται στους έξι μήνες εφόσον η ηλικία της γυναίκας είναι μεγαλύτερη των 37 ετών.
Στην πρώτη επίσκεψη στο ιατρείο καλό είναι να προσέρχονται και τα δύο μέλη του ζευγαριού, έχοντας άνεση χρόνου και προσκομίζοντας πιθανές εξετάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί έως τότε. Ο γιατρός θα προχωρήσει στη λήψη λεπτομερούς ιστορικού και από τους δύο. Θα ακολουθήσει γυναικολογική εξέταση και διακολπικό υπερηχογράφημα, ενώ εφόσον πιθανολογείται ο αντρικός παράγοντας ως αίτιο υπογονιμότητας μπορεί να πραγματοποιηθεί και εξέταση του άντρα.
Εφόσον το ζευγάρι ή η γυναίκα βρίσκεται μακριά -ή λόγω ιδιαίτερων συνθηκών που δεν επιτρέπουν να πραγματοποιηθεί επίσκεψη στο ιατρείο- η πρώτη συνάντηση με τον γιατρό μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω τηλεδιάσκεψης και να είναι εξίσου αποτελεσματική. Σε αυτή την περίπτωση, ο γιατρός θα δει τις εξετάσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και ενδέχεται να ζητήσει επιπλέον εξετάσεις που μπορεί να γίνουν στον τόπο διαμονής του ζευγαριού.
Εξετάσεις για τον προσδιορισμό των αιτίων υπογονιμότητας
Ανάλογα με τα ευρήματα της πρώτης εξετάσεις, ορίζονται ορμονολογικές εξετάσεις αίματος για τη γυναίκα στη δεύτερη η την τρίτη ημέρα της περιόδου και κολπικό υπερηχογράφημα την τρίτη ημέρα του κύκλου.
Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αναγκαία η πραγματοποίηση υστεροσαλπιγγογραφίας, δηλαδή μιας ακτινογραφίας με την οποία γίνεται έλεγχος στην ανατομία της κοιλότητας της μήτρας και στη βατότητα των σαλπίγγων.
Το ιστορικό και τα ευρήματα των πιο πάνω εξετάσεων θα καθορίσουν εάν θα διενεργηθούν πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως καρυότυπος, έλεγχος θρομβοφιλίας, υστεροσκόπηση ή λαπαροσκόπηση.
Οι εξετάσεις για τον άντρα περιλαμβάνουν εξέταση σπέρματος, δηλαδή σπερμοδιάγραμμα, δοκιμασία ενεργοποίησης σπερματοζωαρίων και καλλιέργεια σπέρματος. Πιθανόν να πραγματοποιηθεί και ένα υπερηχογράφημα όσχεου.
Όλες οι εξετάσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν είτε στην μονάδα εξωσωματικής είτε σε οποιοδήποτε άλλο διαγνωστικό κέντρο, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις μπορούν να γίνουν και στον τόπο διαμονής του ζευγαριού.
Μετά τις εξετάσεις, αξιολογούνται τα αποτελέσματά τους και σε συνεργασία με το ζευγάρι ο γιατρός καθορίζει ένα σχέδιο δράσης. Αυτό το σχέδιο μπορεί να περιλαμβάνει εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας ή να οδηγεί απευθείας σε εξωσωματική γονιμοποίηση.
Έναρξη Εξωσωματικής – Διέγερση ωοθηκών
Το πρώτο στάδιο της εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι η ελεγχόμενη διέγερση ωοθηκών προκειμένου να παραχθούν περισσότερα του ενός ωοθυλάκια – ωάρια. Αυτό γίνεται μέσω της χορήγησης φαρμάκων-ορμονών, που ενθαρρύνουν την ολοκλήρωση της ανάπτυξης των αρχικών ωοθυλακίων. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η διέγερση ωοθηκών δεν οδηγεί σε πρόωρη εμμηνόπαυση ακόμη και αν επαναληφθεί αρκετές φορές. Ο λόγος είναι ότι τα ωάρια που παράγονται θα καταστρέφονταν ούτως ή άλλως στη διάρκεια του συγκεκριμένου κύκλου.
Ωρίμανση ωαρίων
Η ωρίμανση των ωοθυλακίων παρακολουθείται με συχνά υπερηχογραφήματα και μετρήσεις που γίνονται σε συγκεκριμένες ορμόνες στο αίμα. Στόχος είναι η βέλτιστη ανάπτυξή τους που διαρκεί περίπου 9 έως 12 ημέρες. Ύστερα από αυτό το διάστημα χορηγείται μία τελευταία ένεση με σκοπό την τελική ωρίμανση των ωαρίων και ακολουθεί η ωοληψία έπειτα από 34 έως 36 ώρες.
Ωοληψία και Συλλογή σπέρματος
Η λήψη των ωαρίων από τις ωοθήκες διαρκεί περίπου 30 λεπτά και γίνεται με τη χρήση ενδοφλέβιας αναλγησίας – μέθης ώστε να είναι πρακτικά ανώδυνη. Ο γιατρός έχει συνεχή εικόνα των ωοθηκών μέσω διακολπικού υπερήχου και εισάγει μία λεπτή βελόνα η οποία διαπερνά το τοίχωμα του κόλπου και παρακεντεί τα ωοθυλάκια. Το περιεχόμενο του κάθε ωοθυλακίου παραδίδεται στο εμβρυολογικό εργαστήριο, όπου ο εμβρυολόγος εξετάζει το ωοθυλακικό υγρό στο μικροσκόπιο, εντοπίζει και συλλέγει τα ωάρια. Μετά την ωοληψία η γυναίκα παραμένει στη μονάδα για 1 έως 2 ώρες και στη συνέχεια μπορεί να αποχωρήσει.
Ο σύντροφός της γυναίκας παραδίδει ένα δείγμα σπέρματος το εργαστήριο την ίδια ημέρα της ωοληψίας. Η καλύτερη μέθοδος συλλογής είναι ο αυνανισμός και η διαδικασία γίνεται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στην μονάδα εξωσωματικής, με όλες τις προϋποθέσεις υγιεινής και διακριτικότητας. Είναι σημαντικό να υπάρχουν δύο έως πέντε ημέρες αποχή από οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη. Το δείγμα σπέρματος υφίσταται επεξεργασία και συλλέγονται τα πλέον κινητά και μορφολογικά ομαλά σπερματοζωάρια σε μικρό όγκο καλλιεργητικού υλικού.
Εξωσωματική γονιμοποίηση
Εφόσον επιλεγεί κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) και όχι μικρογονιμοποίηση (ICSI), η γονιμοποίηση των ωαρίων γίνεται με την τοποθέτησή τους μαζί με συγκεκριμένο αριθμό ενεργοποιημένων σπερματοζωαρίων του συντρόφου σε τρυβλία με ειδικό καλλιεργητικό υλικό και επωάζονται σε αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες καλλιεργείας. Ουσιαστικά, τα σπερματοζωάρια αφήνονται μόνα τους να γονιμοποιήσουν το ωάριο, χωρίς καμία παρέμβαση από την πλευρά του εμβρυολόγου.
Εμβρυομεταφορά
Πριν από την εμβρυομεταφορά οι εμβρυολόγοι ελέγχουν τα έμβρυα, τα οποία μπορεί να είναι φρέσκα ή να προέρχονται από απόψυξη, για την ύπαρξη ανωμαλιών στον αριθμό ή τη δομή των χρωμοσωμάτων τους (πχ σύνδρομο down) καθώς και για συγκεκριμένες γονιδιακές παθήσεις, όπως η μεσογειακή αναιμία, η κυστική ίνωση και η μυϊκή δυστροφία. Επιπλέον, σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις -και πριν από την κατάψυξη εμβρύων, εφόσον γίνει αυτή η επιλογή- μπορεί να πραγματοποιηθεί προεμφυτευτική διάγνωση.
Κατά την εμβρυομεταφορά, δύο έως τρεις ημέρες μετά την ωοληψία ή πέντε έως έξι ημέρες μετά την ωοληψία εφόσον τα έμβρυα έχουν φτάσει μέχρι το στάδιο των βλαστοκύστεων, τα έμβρυα μεταφέρονται και εναποτίθενται στην κοιλότητα της μήτρας. Η επιλογή τους γίνεται από τον εμβρυολόγο σε συνεργασία με τον γιατρό. Επιλέγονται τα καλύτερα με βάση τη μορφολογία τους και πραγματοποιείται η εμβρυομεταφορά ενός ή δύο εμβρύων. Ο γιατρός αποφασίζει είτε να προχωρήσει στην εμβρυομεταφορά φρέσκων εμβρύων, με κατάψυξη των υπολοίπων ή να καταψύξει όλα τα έμβρυα (freeze all) και η εμβρυομεταφορά να γίνει τον επόμενο μήνα.
Η εμβρυομεταφορά πραγματοποιείται ως εξής: ο εμβρυολόγος αναρροφά τα έμβρυα σε έναν ειδικό καθετήρα και ο γυναικολόγος, με τη βοήθεια κοιλιακού υπερήχου, εισάγει τον καθετήρα στην κοιλότητα της μήτρας όπου αφήνει τα έμβρυα με εξαιρετικά ήπιες κινήσεις. Η διαδικασία είναι ανώδυνη, διαρκεί περίπου 15 λεπτά και δεν απαιτεί αναισθησία. Η γυναίκα παραμένει ξαπλωμένη στη μονάδα για περίπου 1 ώρα.
Δέκα ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, εφόσον επιλεγούν έμβρυα 5ης ημέρας (ή βλαστοκύστεις), ή δώδεκα ημέρες εάν έχουν επιλεγεί έμβρυα 3ης ημέρας, γίνεται μέτρηση στο αίμα της ορμόνης β-χοριακής γοναδοτροπίνης για να διαπιστωθεί εάν έχει επιτευχθεί η όχι εγκυμοσύνη.
Κρυοσυντήρηση εμβρύων
Τα πλεονάζοντα, καλής ποιότητας έμβρυα, που δεν μεταφέρονται στη μήτρα της γυναίκας μπορούν να καταψυχθούν ώστε να εξασφαλιστεί μία δεύτερη εμβρυομεταφορά, σε περίπτωση που δεν πετύχει η πρώτη. Με την κρυοσυντήρηση δίνεται επίσης η δυνατότητα απόκτησης δεύτερου παιδιού χωρίς να χρειαστεί να γίνει εκ νέου διέγερση των ωοθηκών ή ωοληψία.