Παρένθετη μητέρα είναι η γυναίκα που μένει έγκυος για λογαριασμό ενός ζευγαριού που η γυναίκα, για διάφορους λόγους, δεν μπορεί να κυοφορήσει.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια κλασική προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης, όπου γίνεται κανονικά η διέγερση των ωοθηκών, η ωοληψία και η γονιμοποίηση των ωαρίων, δημιουργούνται έμβρυα αλλά η εμβρυομεταφορά αντί να γίνει στη γυναίκα που έδωσε το γενετικό της υλικό, δηλαδή τα ωάρια, γίνεται σε μία άλλη γυναίκα, την παρένθετη μητέρα.
Πολύ συχνά υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στην παρένθετη μητρότητα και τη δωρεά ωαρίων. Στη δωρεά ωαρίων χρησιμοποιείται το γενετικό υλικό της δότριας, η γονιμοποίηση γίνεται από το σπέρμα του συζύγου και τα έμβρυα τοποθετούνται στη μήτρα της συζύγου, η οποία και θα τα κυοφορήσει. Στην παρένθετη μητρότητα, το γενετικό υλικό, δηλαδή τα ωάρια, ανήκουν στη σύζυγο, και τα έμβρυα που δημιουργούνται εμφυτεύονται σε μία «ξένη» προς το ζευγάρι μήτρα.
Η παρένθετη μητρότητα έχει θέση σε περιπτώσεις αδυναμίας της γυναίκας να φέρει σε πέρας με ασφάλεια μία εγκυμοσύνη. Αυτό μπορεί να οφείλεται:
- σε προβλήματα υγείας της γυναίκας, όπως καρδιακή ανεπάρκεια, νεφρική ανεπάρκεια, ιστορικό κακοήθειας που θα επιβαρυνθεί με πιθανή κύηση κλπ.
- σε απουσία μήτρας, είτε συγγενή (εκ γενετής) είτε επίκτητη (πχ λόγω υστερεκτομής).
- σε συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας που δεν μπορούν να διορθωθούν χειρουργικά και οδηγούν είτε σε επανειλημμένες αποτυχίες σύλληψης είτε σε επαναλαμβανόμενες πολλαπλές αποβολές.
Η διαδικασία της παρένθετης μητρότητας καθορίζεται από συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο το οποίο διασφαλίζει τόσο την παρένθετη μητέρα όσο και το ζευγάρι αλλά και τα δικαιώματα του παιδιού που θα γεννηθεί με αυτήν τη διαδικασία. Στην Ελλάδα είναι υποχρεωτικό να προηγηθεί η άδεια Δικαστηρίου για να γίνει η εμβρυομεταφορά στην παρένθετη μητέρα.