ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗ
Ο όρος «ενδομητρίωση» αναφέρεται στην παρουσία ενδομητρικού ιστού, δηλαδή ιστού από το εσωτερικό της μήτρας σε περιοχές εκτός μήτρας, συνηθέστερα σε όργανα της κοιλιάς και της πυέλου. Εμφανίζεται σε ποσοστό τουλάχιστον 5% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, με πρώτη εκδήλωση σε ηλικία 20-30 ετών. Τα τελευταία χρόνια, με την ευρεία διάδοση της λαπαροσκοπικής χειρουργικής, φαίνεται ότι το ποσοστό ενδομητρίωσης είναι μεγαλύτερο και εμφανίζεται σε όλο και νεότερες ηλικίες.
ΠΟΙΑ ΟΡΓΑΝΑ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΝΤΑΙ
Η εναπόθεση εστιών ενδομητρίωσης μπορεί να είναι επιφανειακή ή εν τω βάθει, διάχυτη ή εντοπισμένη σε συγκεκριμένα σημεία. Το όργανο που προσβάλλεται συνηθέστερα είναι οι ωοθήκες. Η ύπαρξη ενδομητρίωσης στην ωοθήκη δημιουργεί συχνά κύστεις, που λόγω εμφάνισης συχνά αναφέρονται ως σοκολατοειδείς, και το μέγεθός τους συνήθως είναι 2-5 εκατοστά. Συνήθης, επίσης, είναι η εμφάνιση ενδομητρίωσης στο περιτόναιο -δηλαδή το περίβλημα των οργάνων της κοιλιάς- τις σάλπιγγες και την ουροδόχο κύστη.
ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗΣ
Η αιτιολογία της νόσου παραμένει ακόμα άγνωστη. Φαίνεται, όμως, ότι πρόκειται για ένα συνδυασμό περιβαλλοντικών και γονιδιακών παραγόντων. Τα συνήθη συμπτώματα της ενδομητρίωσης είναι:
• Πόνος, που δεν προϋπήρχε, κατά την περίοδο. Είναι έντονος και επιδεινώνεται από μήνα σε μήνα.
• Πόνος στη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
• Διάχυτο πυελικό άλγος ανεξάρτητα από την φάση του κύκλου.
Δεν είναι, όμως, σπάνιο να είναι μια γυναίκα ασυμπτωματική και να βρεθεί κύστη ενδομητρίωσης τυχαία, σε υπερηχογραφικό έλεγχο ρουτίνας. Η ένταση των συμπτωμάτων εξαρτάται από την έκταση και τη βαρύτητα της νόσου, από τα σημεία εντοπισμού της αλλά και από την ιδιοσυγκρασία της κάθε γυναίκας. Η Αμερικάνικη Εταιρεία Γονιμότητας έχει ορίσει 4 στάδια βαρύτητας: ελάχιστη, ήπια, μέση και βαριά ενδομητρίωση. Η διάγνωση και η κατηγοριοποίηση γίνεται μόνο χειρουργικά.
ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗ ΚΑΙ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ
Η παρουσία ενδομητρίωσης μπορεί να είναι αιτία υπογονιμότητας. Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι κάθε γυναίκα που πάσχει από ενδομητρίωση δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι θα έχει και προβλήματα γονιμότητας. Η ύπαρξη ενδομητρίωσης, όμως, σε γυναίκες που δεν μπορούν να συλλάβουν φαίνεται να είναι 4-5 φορές συχνότερη από ό,τι σε γυναίκες χωρίς προβλήματα σύλληψης. Ο τρόπος που η ενδομητρίωση επηρεάζει την γονιμότητα δεν είναι ξεκάθαρος. Φαίνεται ότι η δημιουργία τοπικής φλεγμονής και συμφύσεων στις σάλπιγγες και στις ωοθήκες επηρεάζουν την ποιότητα των ωαρίων, την κινητικότητα των οργάνων και την βατότητα των σαλπίγγων, αλλά και την εμφύτευση του εμβρύου στο εσωτερικό της μήτρας, με αποτέλεσμα τη δυσχέρεια σύλληψης.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗΣ
Η θεραπεία της νόσου είναι χειρουργική. Συγκεκριμένα, η εξέλιξη της λαπαροσκόπησης την έχει καταστήσει ως την καλύτερη μέθοδο για την αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης. Στόχος κάθε χειρουργικής προσέγγισης θα πρέπει να είναι η πλήρης αφαίρεση ή η καταστροφή, αν είναι δυνατόν, όλων των εστιών ενδομητρίωσης, ώστε να εξαλειφθούν τα συμπτώματα και να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα υποτροπής. Ο ρόλος των φαρμάκων, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στο παρελθόν, έχει περιορισθεί σε περιπτώσεις που δεν μπορεί να εξαιρεθεί πλήρως η νόσος, οπότε και καταστέλλουμε τα οιστρογόνα της γυναίκας για 4-6 μήνες. Η γονιμότητα φαίνεται να βελτιώνεται σημαντικά έπειτα από λαπαροσκόπηση, για ένα χρονικό διάστημα όμως που δεν υπερβαίνει τους 12 έως 24 μήνες. Σε ζευγάρια που θα οδηγηθούν σε εξωσωματική γονιμοποίηση ούτως ή άλλως (για παράδειγμα, λόγω αντρικού παράγοντα) και συνυπάρχει ενδομητρίωση, η χειρουργική θεραπεία δεν φαίνεται να βελτιώνει τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής. Εάν όμως υπάρχει κύστη ενδομητρίωσης μεγαλύτερη από 4 εκατοστά στην ωοθήκη, προτείνεται να αφαιρείται λαπαροσκοπικά πριν την προσπάθεια εξωσωματικής.